Το χιλιοσπασμένο
παγκάκι ήταν η μόνη λύση για να κάτσεις κάπου χωρίς να πιαστεί απόλυτα η μέση
σου. Η ορθοστασία των τελευταίων ημερών ήταν ανελέητη. Δεν τον πείραζε τίποτε
άλλο, μονάχα το γεγονός ότι στεκόταν ασταμάτητα όρθιος, τόσο που γνώριζε πολύ
καλά ότι ποτέ του δεν θα μπορούσε να γίνει εύζωνας.
Καθήμενος,
ανάβοντας το τσιγάρο που ποθούσε διακαώς εδώ και αρκετές ώρες περιφερόμενος μέσα
στη ντάλα του ήλιου, περιμένοντας άγνωστο τι, σκέφτηκε πως αυτή ήταν από τις ελάχιστες
φορές που το μυαλό του ήταν εντελώς άδειο, μακριά από κάθε σκέψη από βάσανα και
ταλαιπωρίες καθημερινές και «εγκόσμιες».
Με το μυαλό
κενό, δε γνώριζε αν είχε μετανιώσει για πολλά πράγματα. Έτσι κι αλλιώς κάποια
στιγμή μια σπουδαία γυναίκα του είχε πει να μη μετανιώνει ποτέ και για τίποτα,
αλλά να μάθει να διαχειρίζεται τα λάθη του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θυμόταν εκείνη τη φορά που του είχε δοθεί η ευκαιρία να φύγει για σπουδές στο
Βέλγιο και είχε πραγματικά κωλώσει. Όσο και να προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό
του, ήξερε πολύ καλά ότι εν τέλει ήταν δική του η απόφαση να μη φύγει. Φοβόταν τις
αλλαγές, δεν άντεχε να κουνιέται συθέμελα ο κόσμος στον οποίο βάσιζε όλη του
την πραγματικότητα. Ίσως για αυτό το λόγο έπρεπε να δει μια ζωή να χάνεται μέσα
στα χέρια του για να πάρει απόφαση πως του άρεσαν τελικά περισσότερο τα αγόρια
και να κάνει κάτι για αυτό. Λίγες μέρες πριν μπει, χάζευε ένα ζευγαράκι εφήβων
που ερωτοτροπούσαν σε ένα παγκάκι και οριακά στεναχωριόταν που δεν έζησε κάποια
πράγματα την περίοδο που έπρεπε. Ίσως σε αυτό να μπορούσε να καταλογίσει κάποια
ηλίθια λάθη του παρελθόντος. Γιατί άραγε να περιμένει κάποιος τόσο πολύ για να
αποκτήσει την αυτοπεποίθηση που οφείλει να έχει και να υποστηρίζει την επιλογές
και τις επιθυμίες του;
Κοίτα να δεις,
τι πράγματα μπορεί να σου κάνει η απραγία. Το τσιγάρο έφθανε ήδη στο τέρμα του.
Ήταν νωρίς ακόμα για να σκέφτεται τι θα κάνει στο μέλλον, του φαινόταν εντελώς
ανούσιο να παιδεύεται με αυτό. Ωστόσο, ως άκρως ψυχαναγκαστικός και ελαφρώς
προγραμματικός αναλογίστηκε τι θα έκανε αφού πέρναγε το «χρέος» του σε αυτό το
χιλιοσπασμένο παγκάκι.
Χαμογέλασε στην
κοινοτυπία της προσωπικής υγείας, όχι τόσο γιατί δεν την επιθυμούσε, όσο γιατί
ήξερε πως ήταν τόσο σίγουρη νοητική διαδικασία, όσο η αγάπη ανά τον κόσμο και η
παγκόσμια ειρήνη. Το μόνο που φάνταζε σίγουρο στο μυαλό του ήταν η ανάγκη για
να ζήσει κάποια στιγμή τη συντροφικότητα κάτω από μια κοινή στέγη. Δεν ήταν,
βλέπεις, μόνο ο φόβος της μοναξιάς, αλλά και η ανάγκη να μοιραστεί το σήμερα της
κάθε μέρας με ένα άλλον άνθρωπο. Θα ήθελε εναγωνίως να γίνει πατέρας, αλλά
γνώριζε πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο ουσιαστικά ήταν, αν όχι απαγορευτικό,
τουλάχιστον αφελές υπό τις παρούσες κοινωνικές συνθήκες. Αναλογιζόταν πάμπολλες
φορές ότι θα ήθελε η ζωή να είναι διαφορετική, ωστόσο κατάφερνε να μην αφήνει
τη βεβαιότητα ότι δεν είναι να τον πληγώνει πλέον. Ο κόσμος δεν ήταν ποτέ
τέλειος, δεν θα γινόταν μέσα σε μια μέρα, και σίγουρα αυτός δεν θα ήταν
υπεύθυνος για μια ευρεία αλλαγή.
Λίγο πριν
σηκωθεί, και πετώντας το τσιγάρο πιο πέρα, θυμήθηκε ότι κάποτε κάποιος τον είχε
ρωτήσει να πει τέσσερα πράγματα που μετάνιωνε από το παρελθόν και άλλα τέσσερα
που θα ήθελε να κάνει στο μέλλον. Γέλασε γιατί σκέφτηκε πως αν ήξερε με
βεβαιότητα την απάντηση, τότε θα ήταν ένα ευλογημένος άνθρωπος.
υ.γ. Μετά από πρόσκληση του Tremens (ελαφρώς διασκευασμένο - ποτέ δεν μπορώ να παίξω κάτι όπως το έχουν παίξει και οι άλλοι - call me μοναχοπαίδι...)