Ας αρχίσουμε από τα απλά, τα
τόσο εύληπτα ακόμη και στον πιο αδαή: Δευτέρα στη δουλειά Ιούλη μήνα δεν είναι κάτι
που διαχειρίζεται κάποιος αγόγγυστα. Θέλει αρετή και τόλμη το Δευτέρα
στη δουλειά μετά από ένα Σάββατο ξέφρενου γλεντιού στα «γεράματα». Τα ακούς
Κάλβο μου;
Παραβλέποντας, όμως, αυτή την
πανανθρώπινη αξία (sic), σήμερα νεκρανασταίνομαι
διαδικτυακά και ιστολογικά μόνο και μόνο γιατί το όφειλα. Γιατί το να
ανακαλύπτεις ένα τραγούδι που σε χτυπάει σαν σαϊτιά και σου ξεπετά εικόνες, δεν
είναι εύκολο πράγμα στη σήμερον ημέρα. Γιατί όταν οι γύρω σου – και εσύ -
κοπανιόνται, ομολογουμένως με κέφι, στους ήχους της Ελένης και της Έλενας είναι
σαφώς ένα όμορφο θέαμα. Ωστόσο, από την άλλη, όταν μετά από πολύ χορό χωρίς τα
γυαλιά (μέσα σαν να λέμε στην γκαβομάρα, αλλά και σε απόλυτο trance) τα ξαναβάζεις, συνειδητοποιείς – σχεδόν κρυστάλλινα
- ότι απέναντι σου κάθεται το πιο σταθερό, το πιο λατρεμένο, το πιο αναπόσπαστο
κομμάτι της ζωής σου, αν όχι της ίδιας σου της ύπαρξης. Και εκεί συνειδητοποιείς
ότι όλα τα άσματα που θα ακούσεις εκεί, δεν μπορούν να περιγράψουν την
ευγνωμοσύνη που νιώθεις. Έρχεται, λοιπόν, η τσαγκαροδευτέρα στη δουλειά και
εκεί που λες ότι δεν υπάρχει ελπίδα, νιώθοντας ασυνείδητα εκείνο το μουσικό
κενό από το Σάββατο, περνά εμπρός σου – σχεδόν τυχαία – ένα τραγούδι που έχει
τίτλο «Οι Επιζώντες». Τίτλος
βαρύγδουπος, σχεδόν Μακροπουλικός και Θεωδορακικός. Δεν έχεις χειρότερο
δευτεριάτικα!
(Ανέκαθεν
θεωρούσα ότι οι στίχοι είναι αυτοί που κάνουν το τραγούδι… άσμα! Ειδικά για
έναν άνθρωπο που αναγνωρίζει – σχεδόν έμφυτα – ότι οι λέξεις έχουν τη δική τους
δύναμη, τη δική τους ζωή, τόσο εύπλαστη και γκεσταλτική από άνθρωπο σε άνθρωπο,
καταλαβαίνεις ότι δύσκολα μπορώ να πάθω το AHA effect.)
Από τους πρώτους στίχους
κιόλας τοποθετήσε μοναχός στο κέντρο μιας άδειας πλατείας θεάτρου, αίσθημα
σπάνιο. Στη σκηνή είναι ένας μόνο άνθρωπος που έχει φάει έναν προβολέα στο
κεφάλι, τόσο δυνατό που τον τυφλώνει. Το βάρος της λάμψης είναι τέτοιο που
είναι σαν να λες ότι δεν μπορεί να σηκώσει καν το λαιμό του. Τα πρώτα του λόγια
βγαίνουν ψιθυριστά, αλλά την ίδια στιγμή με σθένος και βεβαιότητα ότι για αυτό
που ομολογεί (ναι ομολογεί!) είναι σίγουρος όσο ότι το χτύπημα της καρδιάς
δίνει ζωή. Λέξη-λέξη αυτή η ατσάλινη πίστη στις λέξεις, στα λόγια του, στα θέλω
του, εξελίσσεται και μαζί του ο μυς στον αυχένα λες και γίνεται όλο και πιο
δυνατός, τόσο που να του επιτρέπει μερικά ακόμη εκατοστά πιο κοντά στο απευθείας
βλέμμα του στη δέσμη φωτός του προβολέα. Είναι τελικά σε ένα κρεσέντο που το
πρόσωπο του φτάνει να λούζεται όλο από το φως, σχεδόν σαν μια εικόνα θείας
αποκάλυψης. Ο απολογισμός της «άλλης μιας χρονιάς» φορτώνεται με στιγμές απλές,
καθημερινές, μπορεί και διονυσιακές, αλλά σε κάθε περίπτωση ανθρώπινες. Το θράσος
του είναι τέτοιο που ακόμη και ο ίδιος ο προβολέας δεν μπορεί να αντισταθεί στο
σθένος του, στην πυγμή ότι για «άλλη μια χρονιά» εγώ είμαι εγώ και θα συνεχίσω
σε πείσμα των καιρών να είμαι εγώ. Και κάπου εκεί ο προβολέας χάνει το πάνω
χέρι, η ισχύς του πέφτει, πλέον φέγγει σαν την πιο γλυκιά πανσέληνο του καλοκαιριού…
και εκεί για πρώτη φορά, ο ερμηνευτής βλέπει ότι δεν είναι μόνος. Μέσα στην
πλατεία υπάρχει ένα ανθρωπάκι που έχει δει όλο αυτό το σκηνικό να ξεδιπλώνεται,
νιώθοντας μια ένοχη απόλαυση που έχει υπάρξει μάρτυρας αυτής της ιδιότυπης
εξομολόγησης, την οποία ωστόσο θα μπορούσε να είχε κάνει και το ίδιο.
Ο «επιζών» του Γεράσιμου είναι
ένας. Γεγονός! Ωστόσο, η μαγεία του είναι πως μέσα από αυτή την αναμφισβήτητη μοναδικότητά
του, μπορεί να ντύσει με τον μανδύα του τον καθένα μας… και κάπως έτσι να γίνει
«πολλοί». Σε τελική ανάλυση, αν ένα άσμα μπορεί να το καταφέρει αυτό ακριβώς έστω
και για έναν άνθρωπο, τότε δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ολότελα ευλογημένο.
Μπράβο Γεράσιμε!
καλησπέρα μηδενικέ, εξαιρετική η επιλογή του κομματιού αν και ομολογώ οτι το ακούω πρώτη φορά το δανείζομαι για το φβ .χαίρομαι που μετα απο αρκετό καιρό σε διαβάζω,χαθήκαμε και νοσταλγώ τις καλές παλιές μερες του μπλοκινκ,ευχομαι να είσαι καλά !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Φούλη μου μετά από πάρα πολύ καιρό. Χαίρομαι που σου άρεσε το τραγούδι! Είμαι μια χαρά. Οι παλιές μέρες του blogging έχουν όντως περάσει. Παρότι νιώθω ότι κάτι απλά έκανε έναν πολύ μεγάλο κύκλο και δείχνει να έκλεισε, τελικά βλέπω ότι όταν νιώθω την ανάγκη πάντα γυρίζω εδώ. Φιλιά πολλά!
Διαγραφή